Δεν μπορούμε να φορέσουμε τη σιωπή. Το πρόσωπο συσπάται κι απαλείφει τη μάσκα. Οι γραμμές απλώνονται στο πρόσωπο να σημαδέψουν την έγνοια. Στα μάτια ιριδίζουν τα πάθη κι αυτά τα χείλη δε σφραγίζουν τον κόσμο.
Η χαμένη ευωδιά του Νάρκισσου καθρέφτης της άρνησης. Έξω βουίζει η μέλισσα τη μέθη των αρωμάτων μετουσιώνοντας. Κουβαλεί το προζύμι. Πέφτει. Μια άλλη παίρνει τη θέση της στη γη. Κι ο στοιχειωμένος αχός της σελήνης χορεύει στα δέντρα και τις ανάσες της ζωής. Στα τρύπια ρούχα του ερημίτη. Στους τάφουςκαι την αχλύ των ψυχών