Σε είπανε σίφουνα
κι αερικό της μάχης της αγάπης.
Σήκωνες την ψυχή του Νείλου, της Ελεονώρας,
των μαθητών σαν ζέσταινες τον ύπνο των πουλιών.
Κι ήταν το γέλιο σου κι η λέξη πηγή της αστραπής και του νοτιά.
Μα βιάστηκες πολύ
να γίνεις σύννεφο, βροχή
να βρεις την πεταλούδα
που δεν πρόλαβες να δεις στον κήπο
που μόλις σου είχε ετοιμάσει
με σιωπηλή, αιμάτινη φροντίδα ο Ιάκωβος.
Τον ρωτούσες για τα δέντρα,
τον ήλιο και το θάμνο το βαθύ.
Για τα μπουμπούκια που σ' ανάμεναν
συντροφιά στο άγραφο μονοπάτι.
Έσμιγες με το ποίημα της φωτιάς αγέρωχη και τρυφερή.
Σίφουνας της ορμής των λουλουδιών αερικό της μάχης της αγάπης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου